ΟΙ ΕΥΑΛΩΤΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΑΤΤΙΚΗ
H Μελέτη του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου
από δημοσίευμα του Έθνους της Κυριακής 9/3/19
“….δεν εντοπίσαμε ούτε έναν δρόμο με απευθείας πρόσβαση στη θάλασσα”
Ανοχύρωτοι απέναντι στις πυρκαγιές παραμένουν πολλοί οικισμοί σε όλη την Ελλάδα.
Μόνο στην Ανατολική Αττική, και σε µία περιοχή που εκτείνεται από τον Ωρωπό έως την Παλαιά Φώκαια, η έρευνα του ΕΜΠ κατέγραψε εννέα ευάλωτους οικισμούς, εκ των οποίων οι έξι βρίσκονται στο … κόκκινο σε περίπτωση πυρκαγιάς και χρήζουν άμεσων παρεμβάσεων.
Επικίνδυνες φυτεύσεις, ελλιπές οδικό δίκτυο µε στενά πλάτη δρόμων (οι οποίοι στην πλειονότητά τους δεν δίνουν πρόσβαση απευθείας στη θάλασσα) και αδιέξοδα, ανύπαρκτη ρυμοτομία, βραχώδεις ακτογραμμές, διάσπαρτες κατοικίες, αποκλεισμός των διόδων προς τη θάλασσα µε µάντρες ή περιφράξεις, σε συνδυασμό µε τις μετεωρολογικές συνθήκες του καλοκαιριού και την ανυπαρξία αντιπυρικών ζωνών, δημιουργούν ένα εκρηκτικό κοκτέιλ παραγόντων που υπό συνθήκες θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μια νέα τραγωδία.
Μαύρη επέτειος με νέα φωτιά |
Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγει έρευνα που διενεργήθηκε λίγους μήνες μετά τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι από τη Μονάδα Βιώσιμης Κινητικότητας του ΕΜΠ, στο πλαίσιο της εκπαιδευτικής διαδικασίας του μεταπτυχιακού προγράμματος «Περιβάλλον και Ανάπτυξη», µε επιβλέποντα τον δρα πολεοδόμο-συγκοινωνιολόγο μηχανικό Ευθύμιο Μπακογιάννη.
Σύμφωνα µε τα αποτελέσματα, οι έξι πιο ευάλωτοι σε περίπτωση πυρκαγιάς οικισμοί στην Ανατολική Αττική -µε σειρά επικινδυνότητας είναι:
-το Μάτι
-η Κακιά Θάλασσα
-η Βραυρώνα,
-η Χαμολιά
-το Ζούμπερι
-οι Αγιοι Απόστολοι (στο τμήμα τους που ανήκει στη ζώνη μείξης δάσους-κατοικιών),
Οι παραπάνω συγκέντρωσαν τη χαμηλότερη βαθμολογία στον δείκτη που χρησιμοποιήθηκε αλλά και στη φωτοερμηνεία που ακολούθησε µέσω του Google.
Η περίπτωση του Ματιού, μάλιστα, είναι η πλέον χαρακτηριστική, σύμφωνα και με τον κ. Μπακογιάννη: «Κατά τη διάρκεια των αυτοψιών στο Μάτι το περασμένο φθινόπωρο, δεν εντοπίσαμε ούτε έναν δρόμο με απευθείας πρόσβαση στη θάλασσα. Παντού υπήρχαν µάντρες, φράχτες, πόρτες που μπορεί να άνοιγαν αλλά τη στιγμή της έκτακτης ανάγκης αποτελούν και αυτές εμπόδιο. Σε πολλές περιπτώσεις η δίοδος στη θάλασσα περνούσε μέσα από ιδιοκτησίες, χρειαζόταν να πηδήξεις εµπόδια, να περάσεις από πεσμένα συρματοπλέγματα και πεζούλια».
Η επικινδυνότητα και τα χαρακτηριστικά αυτών των οικισμών, πάντως, δεν θα πρέπει να αποτελούν άλλοθι για την αδυναμία αντιμετώπισης μιας πυρκαγιάς σε κατοικημένη περιοχή. Αντιθέτως, όπως σημειώνουν και οι ειδικοί, είναι ο βασικός λόγος για τον οποίο η πρόληψη αλλά και ο αποτελεσματικός συντονισμός και η επιχειρησιακή δυνατότητα των αρμόδιων για την αντιμετώπιση πυρκαγιών φορέων θα πρέπει να αποτελούν βασική προτεραιότητα ώστε να μην κινδυνεύσουν ξανά στο μέλλον ανθρώπινες ζωές.
Άλλωστε, η συγκεκριμένη έρευνα κατέγραψε τα προβλήματα σε μια προκαθορισμένη περιοχή. Ωστόσο, αντίστοιχες περιπτώσεις οικισμών βρίσκονται διάσπαρτες σε όλη την Ελλάδα και όχι µόνο σε παραθαλάσσιες περιοχές.
Ως δυνάμει επικίνδυνοι κρίθηκαν στην πρώτη κατάταξη και οι οικισμοί στο Πόρτο Ράφτη, στον Θορικό και στα Λεγρενά. Ωστόσο, εντοπίζοντας τις εγκαταστάσεις πυρόσβεσης και καταγράφοντας ακόμα και τις πισίνες ως πεδία άντλησης νερού για λόγους κατάσβεσης φωτιάς σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, προέκυψε ότι δεν ανήκουν στις πλέον προβληματικές περιπτώσεις. Και αυτό γιατί στο Πόρτο Ράφτη η ακτογραμμή δεν είναι κρημνώδης σχεδόν σε κανένα τµήµα της, ενώ διαθέτει Πυροσβεστική εντός του οικισμού αλλά και πολλές πισίνες που μπορούν να αξιοποιηθούν. Στον οικισμό του Θορικού η ακτογραμμή επίσης δεν είναι κρημνώδης, ενώ είναι πολύ μικρός και μπορεί να εξυπηρετηθεί από την Πυροσβεστική του Λαυρίου που είναι κοντά. Ο οικισμός των Λεγρενών, δε, εμφανίζει επίσης εύκολη πρόσβαση προς τη θάλασσα.
Για τις περιοχές αυτές (µε εξαίρεση το Μάτι, το οποίο έχει καεί σχεδόν ολοσχερώς) οι μελετητές προχώρησαν σε δέσμη προτάσεων και παρεμβάσεων. Στο επίπεδο της πρόληψης, προτείνουν τη δημιουργία μεικτών δασών µε θάμνους και δέντρα από παθητικά πυρίμαχα φυτά (όπως είναι η δάφνη, το κυδωνίαστρο, τα αμπέλια, ορισμένα είδη πεύκης, οξιά, καρυδιά κ.λπ.) και την κατασκευή ζωνών οικιστικού ελέγχου.
Στο επίπεδο της προστασίας προτείνεται:
-Η δημιουργία αντιπυρικών ζωνών μέσα στο δάσος και στους οικισμούς.
-Η αφαίρεση των περιφράξεων που εμποδίζουν την πρόσβαση στις ακτές.
-Η διαπλάτυνση των δρόμων.
-Η ύπαρξη σαφών και συνεχόμενων πινακίδων για απαγόρευση της στάθμευσης σε δρόμους που θεωρούνται κρίσιμοι σε περιπτώσεις ανάγκης διαφυγής.
-Οι διανοίξεις δρόμων ώστε να προσφέρουν πρόσβαση προς τη θάλασσα και η κατάρτιση συγκεκριμένου σχεδίου διαφυγής µε δυνατότητα επιστράτευσης όλων των πλωτών μέσων που είναι διαθέσιμα στις απειλούμενες περιοχές και πέριξ αυτών.
-Η συντήρηση και η βελτίωση του δικτύου δασικών δρόμων.
-Η δημιουργία χώρων στάθμευσης.
Συνολικά, όπως επισήμανε ο κ. Μπακογιάννης, «θα πρέπει να εκμεταλλευτούμε κάθε πρόσφορο μέτρο προστασίας και πρόληψης, κυρίως δε τις δυνατότητες που προσφέρουν οι νέες τεχνολογίες. Είναι τεχνολογικά εφικτή η δημιουργία ενός συστήματος πυρανίχνευσης µε αξιοποίηση ακόμα και drones µε ενσωματωμένους αισθητήρες για την πρόληψη».
Παράλληλα, όσον αφορά στο στάδιο της διάσωσης, υπογράμμισε την αναγκαιότητα δημιουργίας μιας εφαρμογής για κινητά τηλέφωνα η οποία θα αξιοποιεί όλα τα δεδομένα οδικών δικτύων, προσβάσεων στη θάλασσα, σε συνδυασμό με τα δεδομένα κυκλοφοριακής συμφόρησης, εμφανίζοντας τη βέλτιστη δυνατή διέξοδο για τον απειλούμενο πολίτη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου